Τόσα πολλά προβλήματα..δεν έπρεπε να 'χες κάνει αυτό, το άλλο... Μα γιατί? Παρ' ολ' αυτά δεν θα χαλάσεις την μέρα σου.. ή μάλλον την νύχτα σου.. αφού είχε σκοτεινιάσει για τα καλά. Έπρεπε να γυρίσεις σπίτι σου όσο κι αν δεν το ήθελες. Θα προτιμούσες να κάτσεις κι άλλο με τους φίλους σου, να κάνετε βόλτες και να γελάτε μέχρι το πρωί, αλλά δεν γίνεται.
Ξαφνικά, άρχισε να βρέχει. Εσύ λατρεύεις την βροχή, αλλά έτυχε την πιο ακατάλληλη στιγμή. Ούτε καν ομπρέλα δεν κρατούσες πως θα έφτανες στο λεωφορείο; Οι φίλοι σου είχαν ήδη φύγει. Πήγες στην στάση και μπήκες μες στο λεωφορείο μουσκίδι.
Επιτέλους, έφτασες στον προορισμό σου. Η στάση που κατέβηκες ήταν 10 λεπτά μακριά από το σπίτι σου και ενώ έβρεχε καταρακτωδώς και ήσουν μόνη, βράδυ στην ερημιά άρχισες να πηγαίνεις προς το σπίτι σου. Δεν ήσουν η μόνη όμως..Γύρισες πίσω. Ήταν ένα παιδί που δεν είχες ξαναδεί στην γειτονιά..πρέπει να 'ταν απ' το σχολείο...
Δεν ήξερες πολλά γι αυτόν. ''Ε εσύ..'' ακούστηκε μια φωνή πίσω σου. ''Ναι εσύ..μήπως θες να σε συνοδεύσω προς το σπίτι σου; Σίγουρα δεν μπορείς να πας μόνη σου με τέτοια βροχή.'' Άργησες να απαντήσεις, αλλά το έκανες...''Δεν έχω κανένα πρόβλημα.'' χαμογέλασες. Μπήκες κάτω απ' την ομπρέλα του. Κρύωνες πολύ. Κι όμως το κατάλαβε. Σου έδωσε την ζακέτα του. ''Μα δεν είναι ανάγκη, πραγματικά!'' ''Είναι. Κρυώνεις, το βλέπω.''
Μια ερώτηση τριγύριζε όλη την ώρα στο μυαλό σου που καταλάθος γύρισες και την είπες στο καλό αγόρι που σε συνόδευε σπίτι σου. ''Γιατί το κάνεις όλο αυτό;'' ''Ποιο;'' ''Να που με συνοδεύεις! Μου έδωσες και τι ζακέτα σου..γιατί;'' δεν μπορούσες να πιστέψεις πως τελικά τον ρώτησες όλα αυτά. Ντρεπόσουν πάρα πολύ. ''Γιατί έχω μάθει να φέρομαι τζεντλεμαν μπροστά σε μια κυρία.'' Χαμογέλασε. ''Είναι μια ευκαιρία να γνωριστούμε κι όλας.'' δεν ήξερες τι να απαντήσεις. Βασικά δεν ήθελες να απαντήσεις.
Φτάσατε. ''Εδώ είναι το σπίτι μου. Σε ευχαριστώ.'' ''Παρακαλώ.'' ''Εσύ εδώ μένεις;'' ''Ναι. Εδώ πιο κάτω.'' ''Και πως δεν έχει τύχει να συναντηθούμε ποτέ;'' ''Ε, εγώ είμαι σχεδόν όλη μέρα με την παρέα μου.'' Άρχισε να απομακρύνεται. ''Πώς σε λένε;'' ''Πάνο'' είπε καθώς τον έβλεπες να χάνεται στο βάθος της βροχής και του αέρα. ''Θα τα ξαναπούμε.'' Αυτό φάνηκε σαν υπόσχεση που ήσουν σίγουρη ότι θα κρατούσε. Εκείνη τι στιγμή συνειδητοποίησες ότι ακόμα φορούσες την ζακέτα του.
Ξαφνικά, άρχισε να βρέχει. Εσύ λατρεύεις την βροχή, αλλά έτυχε την πιο ακατάλληλη στιγμή. Ούτε καν ομπρέλα δεν κρατούσες πως θα έφτανες στο λεωφορείο; Οι φίλοι σου είχαν ήδη φύγει. Πήγες στην στάση και μπήκες μες στο λεωφορείο μουσκίδι.

Δεν ήξερες πολλά γι αυτόν. ''Ε εσύ..'' ακούστηκε μια φωνή πίσω σου. ''Ναι εσύ..μήπως θες να σε συνοδεύσω προς το σπίτι σου; Σίγουρα δεν μπορείς να πας μόνη σου με τέτοια βροχή.'' Άργησες να απαντήσεις, αλλά το έκανες...''Δεν έχω κανένα πρόβλημα.'' χαμογέλασες. Μπήκες κάτω απ' την ομπρέλα του. Κρύωνες πολύ. Κι όμως το κατάλαβε. Σου έδωσε την ζακέτα του. ''Μα δεν είναι ανάγκη, πραγματικά!'' ''Είναι. Κρυώνεις, το βλέπω.''
Μια ερώτηση τριγύριζε όλη την ώρα στο μυαλό σου που καταλάθος γύρισες και την είπες στο καλό αγόρι που σε συνόδευε σπίτι σου. ''Γιατί το κάνεις όλο αυτό;'' ''Ποιο;'' ''Να που με συνοδεύεις! Μου έδωσες και τι ζακέτα σου..γιατί;'' δεν μπορούσες να πιστέψεις πως τελικά τον ρώτησες όλα αυτά. Ντρεπόσουν πάρα πολύ. ''Γιατί έχω μάθει να φέρομαι τζεντλεμαν μπροστά σε μια κυρία.'' Χαμογέλασε. ''Είναι μια ευκαιρία να γνωριστούμε κι όλας.'' δεν ήξερες τι να απαντήσεις. Βασικά δεν ήθελες να απαντήσεις.
Φτάσατε. ''Εδώ είναι το σπίτι μου. Σε ευχαριστώ.'' ''Παρακαλώ.'' ''Εσύ εδώ μένεις;'' ''Ναι. Εδώ πιο κάτω.'' ''Και πως δεν έχει τύχει να συναντηθούμε ποτέ;'' ''Ε, εγώ είμαι σχεδόν όλη μέρα με την παρέα μου.'' Άρχισε να απομακρύνεται. ''Πώς σε λένε;'' ''Πάνο'' είπε καθώς τον έβλεπες να χάνεται στο βάθος της βροχής και του αέρα. ''Θα τα ξαναπούμε.'' Αυτό φάνηκε σαν υπόσχεση που ήσουν σίγουρη ότι θα κρατούσε. Εκείνη τι στιγμή συνειδητοποίησες ότι ακόμα φορούσες την ζακέτα του.